Κάποια περίεργα γεγονότα με βάλαν σε σκέψεις τελευταία.
Πρώτον έχασα την σκιά μου. Αυτό δυο πράγματα μπορεί να σημαίνει. Ή ότι από παντού με πυρπολεί το φως – από όλες τις πλευρές ισομερώς ή ότι το σώμα μου είναι διάφανο και οι ακτίνες του ηλίου το διαπερνούν. Τείνω προς την δεύτερη εξήγηση. Διότι το πρώτο είναι πρακτικά αδύνατον και μοιάζει πιο πολύ με παραδοξολογία. Το δεύτερο αν και ακούγεται κάπως υπερβολικό, έχει μια βάση. Το χει πει ένας ποιητής: η έντονη θλίψη αποϋλοποιεί το σώμα. Δεν έχω λόγους να μην το πιστεύω. Παρόλα αυτά εδώ συμβαίνει το εξής περίεργο: δεν ήμουν λυπημένος όταν συνέβη το ανεκδιήγητο περιστατικό. Καθόλου μάλιστα. Στην πραγματικότητα έπλεα σε πελάγη ευτυχίας καθώς πριν λίγο καιρό είχα παντρευτεί τη γυναίκα που λατρεύω, ενώ σύντομα θα έπαιρνα και προαγωγή στη δουλειά μου. Που είναι λοιπόν η θλίψη;...
Σα να μην έφτανε αυτό, ξυπνάω μια μέρα και πάω στο μπάνιο να πλυθώ. Κοιτάζω στο καθρέφτη και έντρομος διαπιστώνω ότι τι είδωλο μου απουσιάζει! Στην αντανάκλαση του βλέπω μόνο το άδειο δωμάτιο. Αυτό ως γνωστόν συμβαίνει στους Βρικόλακες. Αλλά σας διαβεβαιώνω δεν έχω καμία σχέση με τα νυκτόβια και αιμοδιψή πλάσματα.
Η γυναίκα μου, που είναι χημικός, με καθησύχασε και μου υποσχέθηκε ότι όλα αυτά δεν πρόκειται να επηρεάσουν την σχέση μας. Κατά την γνώμη της,το σώμα μου, υπό την επίδραση κάποιας περίεργης διαταραχής, λειτουργούσε ως φυσικός ανακλαστήρας φωτός. Με ρώτησε πότε εκτέθηκα τελευταία φορά σε ραδιενέργεια. Της είπα, από όσο θυμάμαι ποτέ. Και άλλαξε αμέσως θέμα ρωτώντας που θα ήθελα να πάμε διακοπές φέτος.
Μετά από όλα αυτά δεν είναι να απορεί κανείς που μια μέρα σηκώθηκα και ήμουν αόρατος. Η γυναίκα μου υποδέχτηκε με παράλογο ενθουσιασμό αυτήν την εξέλιξη. Και γρήγορα κατάλαβα γιατί. Η αορατότητα μου την εξυπηρετούσε στις φαντασιώσεις της, κατά την διάρκεια των σεξουαλικών μας επαφών. Μπορούσε να φαντάζεται ότι είμαι ο οποιοσδήποτε, μιας και δεν με έβλεπε μπροστά της. “Μήπως είναι ώρα να πάω σε κανέναν γιατρό;” τη ρωτούσα. “Όχι! Σε προτιμώ έτσι!” έλεγε αυτή μισοαστεία μισοσοβαρά. Και όταν ένιωθε (από την βαριά σιωπή μου) ότι υπέφερα και φοβόμουν “Μην ανησυχείς! Σε λίγο καιρό θα σου περάσει και θα γίνεις πάλι ορατός! Δες και την αστεία του πλευρά. Και προσπάθησε να το απολαύσεις. Σκέψου πόσα πράγματα μπορείς να κάνεις εκμεταλλευόμενος την αορατότητα σου. Γιατί δεν ληστεύεις καμιά τράπεζα για παράδειγμα;”
Για αυτό το παντρεύτηκα αυτό το κορίτσι! Είχε πάντα καταπληκτικές ιδέες. Αλλά και γω ήμουν καλός στον αυτοσχεδιασμό. Η αορατότητα θα μπορούσε να μου χρησιμεύσει και σε άλλες δραστηριότητες. Για παράδειγμα ως τέλειο κάλυμμα για να επιδοθώ σε κάθε είδος λαγνουργία και σεξουαλική ασυδοσία. Μπανιστήρι, χουφτώματα και βιασμοί, μπορούσαν να μπουν στο καθημερινό μου ρεπερτόριο. Αφού μιλάμε για φαντασιώσεις λοιπόν, ωραία! Γιατί να μην πραγματοποιήσω και γω τις δικές μου;
Έτσι γεμάτος προσδοκίες και χωρίς καμία ενοχή ξεκίνησα να εφαρμόσω το σχέδιο μου. Εκεί όμως συντελέστηκε και η κορύφωση του προσωπικού μου δράματος. Καθώς άπλωσα το χέρι να ανοίξω την πόρτα, το χέρι μου δε σταμάτησε σε κάποιο υλικό εμπόδιο και γλίστρησε έξω, διαπερνώντας την ξύλινη επιφάνεια σαν, αυτή, να ήτανε ομίχλη. Έκανα το ίδιο με το κεφάλι μου και με το υπόλοιπο σώμα. Βγήκα έξω χωρίς να ανοίξω την πόρτα. Το σώμα μου λοιπόν δεν είχε πλέον υλική υπόσταση. Δεν μπορούσα να πιάνω αντικείμενα, να αγγίζω, να χαϊδεύω. Μπορούσα όμως να περνάω, σα φάντασμα, μέσα από τους τοίχους. Έτρεξα, θορυβημένος να το πω στην γυναίκα μου. Και τότε ήρθε το δεύτερο σοκ της ημέρας. Μιλούσα, αλλά η γυναίκα μου δε με άκουγε. Μαζί με την υλική μου υπόσταση είχα χάσει και την φωνή μου! Όσο και αν ούρλιαξα, απελπισμένος, δίπλα στο αυτί της, δεν είχα κανένα αποτέλεσμα...
Τώρα κάθομαι σαν παροπλισμένο φάντασμα στο ίδιο μου το σπίτι. Ακούω, βλέπω και σκέφτομαι. Αυτές οι λειτουργίες μου απομείνανε. Αυτή είναι τώρα η ύπαρξη μου. Δεν μπορώ να επικοινωνήσω με την γυναίκα μου, η οποία μη μπορώντας να καταλάβει τι μου συνέβη και εξαφανίστηκα ξαφνικά, έχει ήδη βρει συναισθηματική και ερωτική συντροφιά σε έναν κοινό μας γνωστό. Δεν αντέχω να τους κοιτάω, αλλά φοβάμαι να βγω έξω – και που να πάω; Τρέμω στην ιδέα ότι ακόμα και ένα απαλό αεράκι μπορεί να σκορπίσει αυτό το λίγο που είμαι...