Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2013

Προσκόλληση στο παρόν

Το μόνο που με θλίβει είναι ότι από όλα αυτά τα ταξίδια μου, κάποτε δεν θα θυμάμαι τίποτα. Αφενός έχω υπερβολικά ασθενική μνήμη, αφετέρου είμαι τόσο προσκολλημένος στο παρόν.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Μήνυμα

Ο κόσμος δεν έτεινε ευήκοον ους στο μήνυμα μας. Με αυτό το μελαγχολικό συμπέρασμα κλείσαμε το συνέδριο που κράτησε τρεις ολόκληρες εβδομάδες.
Τράβηξε ο καθένας προς τον δρόμο του. Δεν λέω “προς τον τόπο του” γιατί εμείς δεν έχουμε μόνιμο  τόπο κατοικίας. Περνάμε την ζωή μας σαν γυρολόγοι. Κάποιοι διάγουν εν επαιτεία, ενώ άλλοι πουλάν φυλαχτά. Κάποιοι εξασκούν το λειτούργημα του θεραπευτή. Κάποιοι άλλοι είναι κοινοί κλέφτες.
“Ποιοι είναι το μήνυμά σας;” θα διερωτηθείτε. Με ένα μειδίαμα απαντάμε σε αυτή την φορτική ερώτηση. Και συνεχίζουμε τον δρόμο μας...

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Διάλυση

Πάντα ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα με τίτλο “Διάλυση”. Φυσικά θα περιέγραφε τη ζωή μου. Τις αποτυχίες μου, τις απογοητεύσεις, τις καταστροφές. Πιστεύω ότι θα είχε ενδιαφέρον! Γιατί η ζωή μου παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία σε δυστυχίες. Έτσι δεν θα βαριόταν ο αναγνώστης. Δυστυχώς βαριέμαι εγώ να το γράψω. 'Αρα μάλλον η “Διάλυση” θα μείνει για πάντα μια υπόθεση άκρως προσωπική.

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Θαύμα


Έγινε θαύμα! Άρχισα πάλι να γράφω! Εδώ και μήνες βρισκόμουν σε κατάσταση πνευματικής νωθρότητας και νοητικής ανυδρίας. Γυρνούσα απελπισμένος – ζοχαδιασμένος να πω καλύτερα – στα καπηλειά κι έβριζα όλο τον κόσμο. Μου είχαν κολλήσει και το παρατσούκλι “Μισάνθρωπος”. Δεν είχαν άδικο. Αλλά κυρίως μισούσα και μεμφόμουν τον εαυτό μου, για την βαλτώδη κατάσταση στην οποία είχα περιπέσει.

Ώσπου μια μέρα ήρθε στην πόλη ο σωτήρας μου. Ήταν ένας γενειοφόρος άντρας που είχε την φήμη μεγάλου θαυματοποιού. Πλήθη αναπήρων, τυφλών και κουφών συνέρρεαν κοντά του για να τους ευλογήσει και να τους οδηγήσει εν τέλει στην πολυπόθητη ίαση. Σκέφτηκα να πάω και γω. Μπορεί να μου έδινε πίσω την χαμένη μου έμπνευση. Άλλωστε τι είχα να χάσω;

Παραγκώνισα όλη αυτή τη μάζα μανιακών της λύτρωσης, που με χώριζε από τον μάγο, και μόλις τον πλησίασα, του φώναξα: “Δώσε μου την ευλογία σου Κύριε!” Αμέσως αυτός άπλωσε το χέρι του στο κεφάλι μου και με ευλόγησε. Και συνέχισε τον δρόμο του μέσα σε ιαχές και παρακαλητά, αφήνοντάς με πίσω.

Ένιωσα σα να διαπέρασε κεραυνός από άκρη σε άκρη το κρανίο μου. Τόσο δυνατή ενέργεια εξέπεμπε. Δεν ήταν τυχαίος λοιπόν. Και αυτό το διαπίστωσα αμέσως. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου όλα σκοτείνιασαν γύρω μου. Έτριψα τα μάτια μου και ταρακούνησα το κεφάλι μου. Τίποτα. Όλα μαύρα. Είχα χάσει την όραση μου! Τα θαυματουργά χέρια που δίναν το φως, γιατρεύαν τους λεπρούς και ανακουφίζαν τους δαιμονισμένους, σε εμένα λειτούργησαν αντίστροφα.

Πέρα από την τύφλωση, σε λίγο καιρό εμφάνισα και λέπρα. Ενώ άρχισα να έχω παραληρήματα, να μιλάω με διαφορετικές φωνές και να λέω ακατάληπτα πράγματα για άλλους κόσμους και άλλες διαστάσεις. Οι άνθρωποι με αποφεύγανε, κανείς δεν στάθηκε στο πλευρό μου. Ως φυσική παρηγοριά βρήκα το γράψιμο. Έτσι κι αλλιώς ήταν πάντα το συναισθηματικό μου καταφύγιο. Άσχετα αν τελευταία, λόγω έλλειψης έμπνευση,ς είχα πάψει να γράφω.

Τώρα ο λόγος μου έχει αποκτήσει μεστότητα. Το παραλήρημα μου οδηγεί την φαντασία μου σε νέα, άγνωστα μονοπάτια. Η μέχρι τώρα μονοθεματική μου σκέψη έχει διευρυνθεί και έχει αποκτήσει ποικιλία, πρωτοτυπία, ενάργεια. Για αυτό διατυμπανίζω: έγινε θαύμα!

Κλωστές

Άργησα να ξυπνήσω σήμερα. Με τραβούσε ο ύπνος πίσω με λευκές κλωστές...
Δεν ήταν ιστός αράχνης που με τύλιξε. Ήταν κλωστές από το κουβάρι της Λάχεσης.

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

Πουθενά

Αχ... Ψάξαμε παντού. Αλλά δεν ήμασταν πουθενά. Μας ψάξαμε μέσα στο ντουλάπι που κρυβόμασταν μικροί, όμως ήταν άδειο. Κοιτάξαμε μέσα στο πλυντήριο, στο υπόγειο, στο γραφείο, στην κρεβατοκάμαρα. Απόλυτη ησυχία.
Πήγαμε επίσης και στα μέρη που μας άρεσε να συχνάζουμε: στο αλσύλλιο, στην άκρη της λίμνης, στην κορυφή του λόφου. Χωρίς αποτέλεσμα.

Είχαμε πεθάνει μάλλον. Και σκορπίσαμε όπως ο υδράργυρος όταν σπάει η πλαστική θήκη του. Έτσι, μιλούσαμε για τον εαυτό μας στον πληθυντικό αριθμό, ενώ δεν ήμασταν πουθενά.

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Αέρας

Νομίζαμε ότι ο αέρας είναι ελαφρύς, αφού δεν μεταφέρει τίποτα. Κι όμως μεταφέρει εικόνες: σπίτια, δέντρα, ανθρώπους, αγαπημένες στιγμές. Αν κλείσεις τα μάτια είναι εύκολο να τις δεις.
Αλλά ο αέρας είναι ελαφρύς γιατί δεν μεταφέρει τίτοτα.

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Obituary

Ξεδιάντροπα ξεκίνησα να γράφω την νεκρολογία του πριν καν μας δείξει κάποια σημάδια ότι επρόκειτο να πεθάνει. Ήθελα, αφενός, ο θάνατος του να μην με πιάσει απροετοίμαστο και αφετέρου να προλάβω να κατάγράψω όσο πιο πολλά γεγονότα μπορούσα. Φυσικά σκόπευα να διανθίσω το γραπτό μου και με πολλά καλολογικά στοιχεία και να του δώσω μια μορφή που προσιδιάζει σε ποίημα. Ναι, θα χρησιμοποιούσα διάφορες τεχνικές που μετέρχονται με ναρκισσιστική αγαλλίαση οι νεκρολόγοι.

Ο καιρός περνούσε, αλλά αυτός δεν έδειχνε σημεία θανάτου. Εντωμεταξύ δούλευα συνεχώς πάνω στο γραπτό μου, το βελτίωνα, άλλαζα λέξεις, εκφράσεις, εκλέπτυνα τις παρομοιώσεις. Δεν μπορούσα να μην λαμβάνω υπ' όψιν και τα σύγχρονα λογοτεχνικά ρεύματα, τις κατακτήσεις των ομότεχνων από το εξωτερικό. Έτσι η νεκρολογία έφτασε κατα γενική ομολογία σε δυσθεώρητα λεξιπλαστικά ύψη.

Ζήτησα την συμβουλή φίλων συγγραφέων (με πολύ ανέκδοτο λογοτεχνικό έργο οι περισσότεροι) - ήταν της άποψης ότι το λαμπρό κείμενο έπρεπε οπωσδήποτε να δημοσιευτεί. Μια νεκρολογία χωρίς νεκρό όμως δεν έχει κανένα απολύτως νόημα...Δεν θα μπορούσε να σταθεί σαν αυτόνομο λογοτεχνικό κατασκεύασμα.

Μην πάει ο νους σου, υποκριτή αναγνώστη ότι σε αυτό το σημειο μου γεννήθηκε η επιθυμία να τον σκοτώσω για να αποκτήσει ουσία η νεκρολογία μου. Ούτε στιγμή δεν μου πέρασε από το μυαλό.  Δεν κρυφοπαρακαλούσα να πεθάνει ούτε καν από φυσικό αίτιο. Δεν θεωρώ την τέχνη ανώτερη της ζωής.

Μην έχοντας κάτι άλλο να κάνω, του έστειλα το κείμενο για να απολαύσει - ζωντανός - την λαμπρή νεκρολογία. Για αυτόν είχε γραφτεί. Δική του ήταν.

Σε λίγες μέρες μου απάντησε με ενθουσιασμό. Συγκινήθηκα. Ένιωσα για λίγο συγγραφέας, που ένας άγνωστος αναγνώστης του στέλνει εγκωμιαστική επιστολή. Άγνωστος... αν και σύμφωνα με τα δεδομένα του γραπτού μου, φαινόταν να τον ξέρω πολύ καλά.