Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Θαύμα


Έγινε θαύμα! Άρχισα πάλι να γράφω! Εδώ και μήνες βρισκόμουν σε κατάσταση πνευματικής νωθρότητας και νοητικής ανυδρίας. Γυρνούσα απελπισμένος – ζοχαδιασμένος να πω καλύτερα – στα καπηλειά κι έβριζα όλο τον κόσμο. Μου είχαν κολλήσει και το παρατσούκλι “Μισάνθρωπος”. Δεν είχαν άδικο. Αλλά κυρίως μισούσα και μεμφόμουν τον εαυτό μου, για την βαλτώδη κατάσταση στην οποία είχα περιπέσει.

Ώσπου μια μέρα ήρθε στην πόλη ο σωτήρας μου. Ήταν ένας γενειοφόρος άντρας που είχε την φήμη μεγάλου θαυματοποιού. Πλήθη αναπήρων, τυφλών και κουφών συνέρρεαν κοντά του για να τους ευλογήσει και να τους οδηγήσει εν τέλει στην πολυπόθητη ίαση. Σκέφτηκα να πάω και γω. Μπορεί να μου έδινε πίσω την χαμένη μου έμπνευση. Άλλωστε τι είχα να χάσω;

Παραγκώνισα όλη αυτή τη μάζα μανιακών της λύτρωσης, που με χώριζε από τον μάγο, και μόλις τον πλησίασα, του φώναξα: “Δώσε μου την ευλογία σου Κύριε!” Αμέσως αυτός άπλωσε το χέρι του στο κεφάλι μου και με ευλόγησε. Και συνέχισε τον δρόμο του μέσα σε ιαχές και παρακαλητά, αφήνοντάς με πίσω.

Ένιωσα σα να διαπέρασε κεραυνός από άκρη σε άκρη το κρανίο μου. Τόσο δυνατή ενέργεια εξέπεμπε. Δεν ήταν τυχαίος λοιπόν. Και αυτό το διαπίστωσα αμέσως. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου όλα σκοτείνιασαν γύρω μου. Έτριψα τα μάτια μου και ταρακούνησα το κεφάλι μου. Τίποτα. Όλα μαύρα. Είχα χάσει την όραση μου! Τα θαυματουργά χέρια που δίναν το φως, γιατρεύαν τους λεπρούς και ανακουφίζαν τους δαιμονισμένους, σε εμένα λειτούργησαν αντίστροφα.

Πέρα από την τύφλωση, σε λίγο καιρό εμφάνισα και λέπρα. Ενώ άρχισα να έχω παραληρήματα, να μιλάω με διαφορετικές φωνές και να λέω ακατάληπτα πράγματα για άλλους κόσμους και άλλες διαστάσεις. Οι άνθρωποι με αποφεύγανε, κανείς δεν στάθηκε στο πλευρό μου. Ως φυσική παρηγοριά βρήκα το γράψιμο. Έτσι κι αλλιώς ήταν πάντα το συναισθηματικό μου καταφύγιο. Άσχετα αν τελευταία, λόγω έλλειψης έμπνευση,ς είχα πάψει να γράφω.

Τώρα ο λόγος μου έχει αποκτήσει μεστότητα. Το παραλήρημα μου οδηγεί την φαντασία μου σε νέα, άγνωστα μονοπάτια. Η μέχρι τώρα μονοθεματική μου σκέψη έχει διευρυνθεί και έχει αποκτήσει ποικιλία, πρωτοτυπία, ενάργεια. Για αυτό διατυμπανίζω: έγινε θαύμα!

Κλωστές

Άργησα να ξυπνήσω σήμερα. Με τραβούσε ο ύπνος πίσω με λευκές κλωστές...
Δεν ήταν ιστός αράχνης που με τύλιξε. Ήταν κλωστές από το κουβάρι της Λάχεσης.