Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Obituary

Ξεδιάντροπα ξεκίνησα να γράφω την νεκρολογία του πριν καν μας δείξει κάποια σημάδια ότι επρόκειτο να πεθάνει. Ήθελα, αφενός, ο θάνατος του να μην με πιάσει απροετοίμαστο και αφετέρου να προλάβω να κατάγράψω όσο πιο πολλά γεγονότα μπορούσα. Φυσικά σκόπευα να διανθίσω το γραπτό μου και με πολλά καλολογικά στοιχεία και να του δώσω μια μορφή που προσιδιάζει σε ποίημα. Ναι, θα χρησιμοποιούσα διάφορες τεχνικές που μετέρχονται με ναρκισσιστική αγαλλίαση οι νεκρολόγοι.

Ο καιρός περνούσε, αλλά αυτός δεν έδειχνε σημεία θανάτου. Εντωμεταξύ δούλευα συνεχώς πάνω στο γραπτό μου, το βελτίωνα, άλλαζα λέξεις, εκφράσεις, εκλέπτυνα τις παρομοιώσεις. Δεν μπορούσα να μην λαμβάνω υπ' όψιν και τα σύγχρονα λογοτεχνικά ρεύματα, τις κατακτήσεις των ομότεχνων από το εξωτερικό. Έτσι η νεκρολογία έφτασε κατα γενική ομολογία σε δυσθεώρητα λεξιπλαστικά ύψη.

Ζήτησα την συμβουλή φίλων συγγραφέων (με πολύ ανέκδοτο λογοτεχνικό έργο οι περισσότεροι) - ήταν της άποψης ότι το λαμπρό κείμενο έπρεπε οπωσδήποτε να δημοσιευτεί. Μια νεκρολογία χωρίς νεκρό όμως δεν έχει κανένα απολύτως νόημα...Δεν θα μπορούσε να σταθεί σαν αυτόνομο λογοτεχνικό κατασκεύασμα.

Μην πάει ο νους σου, υποκριτή αναγνώστη ότι σε αυτό το σημειο μου γεννήθηκε η επιθυμία να τον σκοτώσω για να αποκτήσει ουσία η νεκρολογία μου. Ούτε στιγμή δεν μου πέρασε από το μυαλό.  Δεν κρυφοπαρακαλούσα να πεθάνει ούτε καν από φυσικό αίτιο. Δεν θεωρώ την τέχνη ανώτερη της ζωής.

Μην έχοντας κάτι άλλο να κάνω, του έστειλα το κείμενο για να απολαύσει - ζωντανός - την λαμπρή νεκρολογία. Για αυτόν είχε γραφτεί. Δική του ήταν.

Σε λίγες μέρες μου απάντησε με ενθουσιασμό. Συγκινήθηκα. Ένιωσα για λίγο συγγραφέας, που ένας άγνωστος αναγνώστης του στέλνει εγκωμιαστική επιστολή. Άγνωστος... αν και σύμφωνα με τα δεδομένα του γραπτού μου, φαινόταν να τον ξέρω πολύ καλά.